Πολύ συχνά αναρωτιόμαστε γιατί οι άλλοι έχουν μια συγκεκριμένη συμπεριφορά απέναντί μας, την οποία κατά τη γνώμη μας δεν αξίζουμε. Οι περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν άτυχοι ή αφοριστικά αποδίδουν την κακή αυτή συμπεριφορά σε ελαττώματα των άλλων, σε ευθύνη των άλλων. Σπάνια παίρνουμε οι ίδιοι την ευθύνη. Γι’ αυτό και σπάνια αλλάζει αυτή η συμπεριφορά απέναντί μας. Κι όσο δεν αλλάζει τόσο πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι γενικά κακός, αγενής, ή ό,τι άλλο σκέφτεται ο καθένας. Κι είναι μια βολική εκδοχή αυτή. Αλλά συνήθως, δεν είναι σωστή.
Η συνήθως σωστή αλλά καθόλου βολική εκδοχή είναι πως όταν κάτι μας συμβαίνει ξανά και ξανά με διαφορετικούς ανθρώπους, φταίμε εμείς, εμείς το προκαλούμε. Με τη δική μας συμεριφορά. Ξέρω ότι για πολλούς ανθρώπους είναι δύσκολο να το δεχτούν, δέχομαι ότι υπάρχουν και εξαιρέσεις, αλλά στη συντριπτικότατη πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι άλλοι μας φέρονται όπως τους εμπνέουμε και όπως τους επιτρέπουμε. Όχι με τα λόγια μας, αλλά με τις πράξεις. Είμαστε οι πράξεις μας.
Το μόνο κριτήριο που έχουν οι άλλοι για μας είναι οι πράξεις μας. Είναι και τα λόγια μας βέβαια, αλλά όταν αυτά τα δύο δεν συμφωνούν, τότε οι άλλοι εμπιστεύονται τις πράξεις (και καλά κάνουν). Υπάρχουν τέσσερις βασικές περιπτώσεις που ασυνείδητα δίνουμε άλλη εντύπωση από την πραγματική. Σε αυτές θα αναφερθώ σήμερα. Και, για να ξέρετε ποια σας μιλάει, θα πω ότι έχω βρεθεί να τις ζω όλες (όχι τα ακριβή παραδείγματα, -μην έχουμε παρανοήσεις- τις γενικότερες συνθήκες εννοώ). Τα έχω σπάσει τα μούτρα μου με όλους τους πιθανούς τρόπους.
- Υπεράνω των κανόνων
Η πρώτη περίπτωση είναι αυτή κατά την οποία έχεις μια εξαιρετική ιδιότητα ή ικανότητα ή ένα ασυνήθιστο και πολύ θεμιτό χαρακτηριστικό που θεωρείς ότι σου επιτρέπει να ξεφεύγεις λίγο από τους κοινούς κανόνες, να τους σπας… σαν να μην ισχύουν για σένα που είσαι τόσο εξαιρετική περίπτωση.
Υπάρχει μια χαρακτηριστική παροιμία που λέει ότι η γυναίκα του Καίσαρα δεν φτάνει να είναι τίμια πρέπει και να το δείχνει. Σκεφτείτε ως παράδειγμα λοιπόν, την πιο τίμια γυναίκα που μπορείτε να φανταστείτε στο πλευρό του Καίσαρα. Είναι τόσο αθώα και απόλυτα τίμια που δεν περνάει από το μυαλό της ότι κάποιος μπορεί να διανοηθεί το αντίθετο. Και ξεχνάει να ασχοληθεί με τις “λεπτομέρειες”, ξεχνάει να φροντίζει για τα προσχήματα της τιμιότητάς της. Θεωρεί ότι δεν την αφορούν, η τιμιότητά της είναι αυταπόδεικτη. Και συμπεριφέρεται με τρόπο, ας πούμε, παρεξηγήσιμο. Δείχνει, φιλικότητα (αδερφική, αν θέλετε) προς τους λοιπούς Συγκλητικούς. Και το κάνει χωρίς δεύτερη σκέψη επειδή πιστεύει πως όλοι αναγνωρίζουν την τιμιότητά της και κανείς δεν αμφιβάλλει γι’ αυτή. Καταλαβαίνετε ότι στην πραγματικότητα κανείς δεν αναγνωρίζει τίποτα. Ξέρουν μόνον αυτό που βλέπουν. Τη γυναίκα του Καίσαρα να συμπεριφέρεται υπερβολικά φιλικά στους Συγκλητικούς. Και προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους σε αυτό το δεδομένο. Και δεν φταίνε αυτοί. Ειδικά, αν η φήμη της είχε προηγηθεί και η συμπεριφορά δεν συνηγόρησε, τότε το χάσμα γίνεται πολύ έντονο και η συμπεριφορά πολύ περισσότερο επιλήψιμη.
2. Η αγαθή πρόθεση
Η δεύτερη περίπτωση είναι αυτή που συνειδητά έχεις μια διαφορετική συμπεριφορά από αυτήν που κανονικά θα είχες, επειδή προσπαθείς να υπηρετήσεις μια καλή πρόθεση. Το σφάλμα είναι ότι πιστεύεις πως η πρόθεση αυτή είναι τόσο προφανής στους άλλους όσο και σε σένα. Το σφάλμα είναι ότι δεν διανοείσαι πως κάποιος θα πίστευε πως έχεις τη διαφορετική συμπεριφορά για οποιοδήποτε άλλο λόγο πέραν της “προφανούς” αγαθής πρόθεσης. Ε, κανείς δεν το καταλαβαίνει αυτό. Κανείς δεν την καταλαβαίνει την πρόθεση.
Να δώσω ένα παράδειγμα. Έστω ότι έχουμε έναν πολύ καλό φοιτητή. Παρακολουθεί, συμμετέχει, δίνει απαντήσεις (σωστές συνήθως), κάνει ερωτήσεις και εύστοχα σχόλια. Πάει ο φοιτητής αυτός να κάνει μεταπυτχιακό στο ίδιο πανεπιστήμιο που έκανε και το πρώτο του πτυχίο. Τυχαίνει ένα μάθημα να το έχει ξανακάνει στο πρώτο, με τον ίδιο καθηγητή, με τις ίδιες ενότητες, τις ίδιες ερωτήσεις, τα ίδια cases. Θεωρεί “ανέντιμο” να συμμετέχει στο μάθημα επειδή ήδη ξέρει τις σωστές απαντήσεις. Και όλη τη χρονιά δεν βγάζει κιχ. Πιστεύει ότι όλοι ξέρουν ότι ξέρει και από ανωτερότητα δεν σηκώνει χέρι για να μην πάρει εύσημα που δεν του αξίζουν. Δεν διανοείται ότι περνάει από το μυαλό οποιουδήποτε πως αδιαφορεί ή πως δεν ξέρει. Χα,χα… Ακριβώς αυτά τα δύο περνάνε. Ακριβώς αυτά δείχνει η συμπεριφορά του. Τα υπόλοιπα τα ξέρει μόνον εκείνος. Οι άλλοι δεν έχουν ιδέα. Και δεν είναι και δουλειά τους να το ψάξουν. Δεν φταίνε οι συμφοιτητές ή ο καθηγητής που τον θεωρούν αδιάφορο ή “κακό” φοιτητή και του συμπεριφέρονται ανάλογα.
3. Μεταβατική περίοδος
Η τρίτη περίπτωση αφορά μεταβατικές περιόδους. Είναι οι περίοδοι που δοκιμάζουμε νέα πράγματα, που καλλιεργούμε νέες δεξιότητες, που προσπαθούμε να μάθουμε κάτι διαφορετικό ή να εξοικειωθούμε με μια διαορετική κατάσταση. Σε τέτοιες περιπτώσεις όλο το βάρος πέφτει στο καινούριο και διαφορετικό που έχουμε να μάθουμε και ασχολούμαστε μόνον με αυτό. Νιώθουμε πάρα πολύ σίγουροι για όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά μας, πιστεύουμε πως είναι δεδομένα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και να είναι αποδεκτά από όλους χωρίς να χρειαστεί να τα φροντίσουμε ή να τα αναδείξουμε. Το πρόβλημα είναι ότι αν αλλάξουμε απότομα σημείο εστίασης, εκείνοι που μας ξέρουν από πριν θα παραξενευτούν. Και μάλλον θα προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Εκείνοι που δεν μας ξέρουν από πριν (κι είναι οι περισσότεροι επειδή τα καινούρια τα δοκιμάζουμε σε καινούρια περιβάλλοντα με καινούριους ανθρώπους), έχουν ως μοναδικό κριτήριο την τωρινή μας συμπεριφορά και με βάση αυτή σχηματίζουν άποψη.
Παράδειγμα. Έστω ένας άνθρωπος που μέχρι να τελειώσει τις σπουδές του έδινε πολύ μεγάλη σημασία στην εμφάνισή του και στις κοινωνικές του συναναστροφές. Βρίσκει την πρώτη του δουλειά και ξαφνικά πιστεύει ότι πρέπει να εστιάσει όλη του την προσοχή στο καθεαυτό κομμάτι της δουλειάς του ώστε οι συναδελφοι και οι προϊστάμενοί του να εκτιμήσουν τις ικανότητές του και να τον κρίνουν “σοβαρά”. Παραμελεί σε αυτό το πλαίσιο την εμφάνισή του και παραμελεί έως αποφεύγει τις κοινωνικές συναναστροφές και τις πολλές οικειότητες. Επειδή για χρόνια αυτό ήταν το ισχυρό του σημείο, το θεωρεί δεδομένο και ίσως αυτονόητο σε όλους. Ε, δεν είναι. Και δεν φταίνε οι άλλοι που βλέπουν έναν άνθρωπο που δεν ενδιαφέρεται για την εμφάνισή του ή που δεν είναι εξωστρεφής, αλλά κολλημένος όλη μέρα στο γραφείο του. Δεν φταίνε που του συμπεριφέρονται ανάλογα.
4. Στο αντίθετο άκρο
Υπάρχει και μια τέταρτη, μάλλον υποπερίπτωση της τρίτης. Όταν οι άνθρωποι περνάμε ένα μέρος της ζωής μας καταπιέζοντας κάποιο χαρακτηριστικό μας ή κάποια πτυχή του εαυτού μας, όταν έρθει η στιγμή να χαλαρώσουμε (να μας επιτρέψουμε αυτό το καινούριο) τότε συνήθως υπερβάλουμε. Λένε (και συμφωνώ) ότι αν βρίσκεσαι σε ένα άκρο και θες να φτάσεις στην ισορροπία, είναι σχεδόν απαραίτητο να περάσεις από το αντίθετο άκρο. Ε, όποιος μας συναντήσει στην περίοδο που περνάμε από αυτό το αντίθετο άκρο, δεν μπορεί παρά να έχει για μας την εικόνα που δίνουμε σε αυτό το διάστημα.
Παράδειγμα. Αν κάποιος όλη του τη ζωή τρέφεται υγιεινά, δεν πίνει, δεν καπνίζει, δεν ξενυχτάει και κάποια στιγμή αποφασισει να χαλαρώσει ένα καλοκαίρι και να τα δοκιμάσει όλα αυτά, είναι εξαιρετικά πιθανό με την ασφάλεια του πρότερου έντιμου βίου, να υπερβάλει, να μην προσέξει, να μη συγκρατηθεί, να κάνει ακόμα και πράγματα που ξέρει ότι δεν του ταιριάζουν, που κατά βάθος δεν θέλει να τα κάνει και που δεν προτίθεται να τα ξανακάνει. Ε, όσοι τον συναντούν εκείνο το καλοκαίρι, σχηματίζουν για κείνον την εικόνα ενός ανθρώπου που τρέφεται ανθυγιεινά, πίνει πολύ, ξενυχτάει, κτλ… Και του συμπεριφέρονται ανάλογα. Και προφανώς δεν φταίνε γι’ αυτό.
Εγώ όπως είπα τα έχω κάνει όλα τα παραπάνω. Μερικές φορές και σε συνδυασμούς. Όχι τα ακριβή παραδείγματα (έχει και η δημόσια έκθεση τα όριά της), αλλά τις γενικότερες συνθήκες τις έχω αντιμετωπίσει όλες. Και μου έπαιρνε κάθε φορά πολύ καιρό και μεγάλη επιμονή για να βρω την άκρη. Να εντοπίσω γιατί οι άλλοι δεν συμπεριφέρονται “σωστά”. Και έμπαινα πάντα στον πειρασμό να τους κατηγορήσω ή να τους κακοχαρακτηρίσω, να πω πως φταίνε αυτοί. Για κάποιο λόγο μια τέτοια εξήγηση δεν με βόλεψε ποτέ. Μάλλον γιατί δεν μου αρέσουν οι εξηγήσεις που δεν μπορώ με κάποιο τρόπο να επηρεάσω. Μέχρι σήμερα αυτή η στάση με έχει βοηθήσει πάρα πολύ, μου έχει μάθει πολλά για τον εαυτό μου και για τους άλλους. Έχει βοηθήσει πολύ την επικοινωνία μου με τους άλλους. Σας προτείνω να της δώσετε μια ευκαιρία.
Αν αντιμετωπίζετε, λοιπόν, τέτοιες αταίριαστες συμπεριφορές, αν ξαφνικά παρατηρείτε έναν άνθρωπο να κάνει στροφή 180 μοιρών, αν ξαφνικά σας φέρεται διαφορετικά, δεν λέω να αποκλείσετε την πιθανότητα να φταίει. Μην την αποκλείσετε. Απλώς μην αποκλείσετε και την πιθανότητα να μη φταίει. Σκεφτείτε το εξής: Αν εσείς είχατε απέναντί σας ως μοναδική πληροφορία τη συμπεριφορά που επιδεικνύετε απέναντί του, χωρίς να γνωρίζετε τίποτα άλλο για σας, σε τι συμπέρασμα θα καταλήγατε; Βγάλτε από την εξίσωση τα πιστεύω σας, το παρελθόν σας, τις προθέσεις σας… Κρατήστε μόνον τις πράξεις σας. Τι λένε οι πράξεις σας για σας; Συμφωνούν με την εικόνα που έχετε για τον εαυτό σας;
Αν συμφωνούν, φταίνε οι άλλοι. Δοκιμάστε την τύχη σας και στο Λόττο.
Αν όχι, τότε βρείτε τι κάνετε ασυνείδητα λάθος. Βρείτε με ποιο τρόπο προκαλείτε την ανεπιθύμητη συμπεριφορά των άλλων. Και αλλάξτε τη. Και παρατηρήστε τους άλλους να αλλάζουν μαζί σας.